- αντιπληθωρισμός
- ο борьба с инфляцией
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
Νέα ελληνική-Ρωσικά λεξικό. И.П. Хориков, М.Г. Малев. 1980.
αντιπληθωρισμός — ο οικονομική πολιτική που αποβλέπει στην ελάττωση της πληθωρικής κυκλοφορίας του χαρτονομίσματος … Νέο ερμηνευτικό λεξικό της νεοελληνικής γλώσσας (Новый толковании словарь современного греческого)
πληθωρισμός — Αύξηση του γενικού επιπέδου των τιμών, όταν στην αύξηση του χρήματος που κυκλοφορεί δεν επιφέρει μεταβολή προς την ίδια κατεύθυνση του όγκου της παραγωγής. Λέγεται νομισματικός π. όταν η αύξηση αυτή οφείλεται σε υπερβολική προσφορά… … Dictionary of Greek
σταθεροποίηση — Όρος της οικονομολογίας που χαρακτηρίζει τα μέτρα νομισματικής, πιστωτικής και δημοσιονομικής πολιτικής που παίρνει ένα κράτος για να προλάβει ή να αναχαιτείσει το φαινόμενο του πληθωρισμού. Η διακύμανση του επιπέδου των τιμών, έστω και… … Dictionary of Greek
Ρίστ, Σαρλ — (Rist, Λοζάνη 1874 – Βερσαλλίες 1955). Γάλλος οικονομολόγος. Καθηγητής στα πανεπιστήμια του Μονπελιέ και του Παρισιού και υποδιοικητής της Τράπεζας της Γαλλίας, διακρίθηκε ως ένας από τους κορυφαίους υποτηρικτές των καθιερωμένων θεωριών που… … Dictionary of Greek